Η εγκυμοσύνη αποτελεί σημαντική περίοδο στη ζωή μίας γυναίκας, που συνοδεύεται από τεράστιες ορμονικές και σωματικές μεταβολές.
Για το λόγο αυτό, η έγκυος θα πρέπει να διατρέφεται σωστά, έτσι ώστε να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά προκειμένου να ικανοποιεί τόσο τις ανάγκες του οργανισμού της, όσο και του εμβρύου. Ωστόσο, πέρα από την ισόρροπη πρόσληψη πρωτεϊνών, υδατανθράκων, λίπους, βιταμινών και μετάλλων σημαντική παράμετρος στην εξέλιξη μίας υγιούς εγκυμοσύνης αποτελεί και η προσεκτική λήψη αλατιού και ζάχαρης.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη μέτρια κατανάλωση αλατιού, μιας και το νάτριο το οποίο περιέχεται στο αλάτι έχει συνδεθεί με την κατακράτηση υγρών και την αύξηση της πίεσης.
Η κατακράτηση υγρών αποτελεί σύνηθες φαινόμενο κατά την εγκυμοσύνη, εφόσον αυξάνεται η έκκριση της ορμόνης αλδοστερόνης, χάρη στην οποία αναπληρώνονται τα υγρά της αμνιακής κοιλότητας και διευκολύνεται η ανταλλαγή ουσιών ανάμεσα στη μητέρα και το έμβρυο. Επιπλέον, στην εγκυμοσύνη φυσιολογικά υπάρχει συνεχής και υπέρμετρη αύξηση των οιστρογόνων και η τάση να παραμένουν στάσιμα μέσα στους ιστούς τα υγρά που κατακρατώνται. Συνεπώς, οι έγκυοι συχνά εμφανίζουν πρησμένα δάκτυλα χεριών ή πόδια και κυρίως αστραγάλους. Επιπρόσθετα, ο διαιτητικός περιορισμός του αλατιού κατά την εγκυμοσύνη συνίσταται λόγω του κινδύνου εμφάνισης ιδιοπαθούς υπέρτασης και προεκλαμψίας (αρτηριακή πίεση μεγαλύτερη από 140mmHg, λευκωματουρία).
Έτσι, προκειμένου να αποφευχθούν τα παραπάνω θα πρέπει οι έγκυες να είναι προσεκτικές με την κατανάλωση αλατιού και η ημερήσια πρόσληψη να περιορίζεται στα 5 γραμμάρια (1 κουταλάκι του γλυκού). Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αποφεύγουν τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι, όπως είναι: τα καπνιστά κρέατα, το ζαμπόν, τα λουκάνικα, το μπέικον, οι ξηροί καρποί, τα τουρσιά, η κέτσαπ, η μουστάρδα, οι σάλτσες, ο τόνος σε λάδι, οι κύβοι κρέατος, οι διάφοροι έτοιμοι ζωμοί και τα σνακ όπως τα πατατάκια και το ποπ-κορν. Αντίθετα, συνίσταται η κατανάλωση τροφών που είναι πλούσιες σε κάλιο και σε μαγνήσιο, όπως: μπανάνες, πατάτες, ρύζι, ζυμαρικά, λαχανικά, όσπρια και φρούτα. Μερικά από τα φρούτα και τα λαχανικά έχουν φυσική διουρητική δράση ή είναι πλούσια σε νερό με αποτέλεσμα να βοηθούν στην αντιμετώπιση της κατακράτησης υγρών. Τέτοια είναι: το καρπούζι, το αγγούρι, οι φράουλες και το σέλινο. Μια σημαντική πηγή από την οποία παίρνουμε αλάτι είναι το ψωμί. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να καταναλώνεται με μέτρο. Χρησιμοποιήστε εναλλακτικά υποκατάστατα αλατιού. Ούτε τα υποκατάστατα μπορείτε να τα καταναλώνετε ελεύθερα σε ποσότητα, σε σύγκριση με το κλασικό σκεύασμα αλατιού, αλλά έχουν το πλεονέκτημα ότι έχουν λιγότερο νάτριο και μερικές φορές είναι πλούσια σε κάλιο με αποτέλεσμα να προκαλούν σε μικρότερο βαθμό κατακράτηση υγρών. Τέλος, θα πρέπει να καταναλώνετε άφθονο νερό (τουλάχιστον 8-10 ποτήρια την ημέρα).
Ωστόσο εκτός από το αλάτι, μία εγκυμονούσα θα πρέπει να προσέχει και τη ζάχαρη, η οποία είναι μία γλυκαντική ουσία που διασπάται και απορροφάται σχεδόν άμεσα από τον οργανισμό, με τη μορφή της γλυκόζης. Πρώτα από όλα, ο περιορισμός της ζάχαρης συνίσταται λόγω του υψηλού της θερμιδικού περιεχομένου (4 θερμίδες/γραμμάριο), που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του σωματικού βάρους. Επιπρόσθετα, το υπερβάλλον σωματικό βάρος και ο άστατος τρόπος διατροφής σε συνδυασμό με τη γενετική προδιάθεση της εγκύου, συμβάλλουν στην εμφάνιση Σακχαρώδους Διαβήτη κυήσεως, σε ποσοστό 5-12%. Έτσι, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα ανεβαίνουν απότομα, ενώ η ικανότητα του παγκρέατος να εκκρίνει ινσουλίνη (ορμόνη που μειώνει τη γλυκόζη), μειώνεται. Συνεπώς, οι εγκυμονούσες θα πρέπει να είναι προσεκτικές στην κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε ζάχαρη (π.χ. αναψυκτικά με ζάχαρη, γλυκά, μπισκότα, δημητριακά πρωινού με ζάχαρη, παγωτά, πολλούς χυμούς, κυρίως τύπου "Νέκταρ"). Αντίθετα, συνίσταται η κατανάλωση τροφίμων που περιέχουν σύνθετους υδατάνθρακες (π.χ. όσπρια, δημητριακά ολικής αλέσεως, λαχανικά), μιας και αυτά λόγω του ότι διασπόνται πιο αργά, δεν αυξάνουν απότομα τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
0 comments